..

ΒΟΗΘΑ ΓΕΡΟ

 (υπνομυθιστόρημα)

«Στης πικροδάφνης τον ανθό,

έγειρα ν’ αποκοιμηθώ.

Λίγο ύπνο για να πάρω

κι είδα όνειρο μεγάλο…»

 

 

Ήταν λέει σε μια μεγάλη αίθουσα της Βουλής, γύρω από ένα τεράστιο ξύλινο βαρύ τραπέζι, σκυμμένοι πάνω σε έναν υπολογιστή, όλοι οι οπλαρχηγοί κι οι ήρωες της Επανάστασης, τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας, οι Ιερολοχίτες, οι Ιερείς, οι Δάσκαλοι, οι πολιτικοί, οι Μάρτυρες κι όλοι όσοι συνέβαλαν στον Αγώνα…

Οι πιο γραμματιζούμενοι διάβαζαν φωναχτά στους άλλους από τη σελίδα «Ελλάδα 2021» που ήταν «αφιερωμένη στα 200 χρόνια από την Επανάσταση» και στους αγώνες τους.

Από τα παράθυρα κοιτούσαν μέσα χιλιάδες κεφάλια νέων, γέρων και παιδιών, Ελλήνων που έζησαν τότε, Ελλήνων που επαναστάτησαν, Ελλήνων που πολέμησαν, Ελλήνων που έχασαν τις φαμίλιες τους και το βιος τους, Ελλήνων που μαρτύρησαν.

Είχαν έρθει να δουν και να διαβάσουν τι λέγεται για αυτούς, από τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, τους Έλληνες του σήμερα.

Ήταν όλοι στολισμένοι με τα καλά τους.

Φορούσαν τις πιο λαμπρές φορεσιές τους, με τα κεφαλομάντηλα περίτεχνα δεμένα, τα φέσια τους, τις περικεφαλαίες τους γυαλισμένες, τις φουστανέλες και τις βράκες τους φρεσκοπλυμένες και πατημένες με τη μασιά, τα σεΐγκούνια και τα σκουτιά τους, τις μπροστέλες με τις λίρες στο στήθος, τα κεντητά γιλέκα, τα πασούμια και τα τσαρούχια τους.

Στα ζωνάρια τους, άντρες και γυναίκες, είχαν περασμένα άρματα, ασημένιες πιστόλες, σκαλιστά γιαταγάνια και μαχαίρια δίκοπα.

Τα καριοφίλια ακουμπισμένα στην άκρη του τραπεζιού με την κάννη προς τα πάνω. Μου φάνηκε πως ήταν γεμάτα μπαρούτι. Ξαφνικά έδειχναν επικίνδυνα κι όχι σαν όπλα παλιάς εποχής στην προθήκη ενός μουσείου.

Οι λόγιοι φορούσαν μαύρο κοστούμι, κολλαρισμένο λευκό πουκάμισο με σκληρό γιακά και γυαλιστερά παπούτσια. Είχαν βγάλει το ημίψηλο από σεβασμό στο χώρο και το κρατούσαν στο χέρι. Ήταν όλοι σιωπηλοί και σοβαροί, σαν να βρίσκονταν σε εκκλησία.

Μόλις πλησίασα, γύρισαν όλοι και με κοίταξαν. ΣΟΚ και ΔΕΟΣ. Εγώ τους είχα φωνάξει; Εγώ! Δεν περίμενα όμως τέτοια ανταπόκριση! Δεν περίμενα να έρθουν όλοι!

 

 

 

Άννυ Λιγνού:

(Νομίζω πως άκουγα την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά. Ημουν σίγουρη πως την άκουγαν και οι άλλοι) «Σας… εεε… χμ… σας ευχαριστώ που ήρθατε… σας ευχαριστώ που ανταποκριθήκατε σε αυτό το κάλεσμα…» είπα χαμηλόφωνα, γεμάτη τρακ.

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (στρατηγός):

Πιο δυνατά μίλα ωρέ κοπελιά! Ψυχή δεν έχεις μέσα σου;

Άννυ Λιγνού (λίγο πιο δυνατά):

Σας κάλεσα εδώ απόψε επειδή… η αλήθεια είναι πως όχι μόνο εγώ, χιλιάδες άλλοι Έλληνες σας φωνάζουμε κάθε φορά που κάτι γίνεται και κινδυνεύει η Ελλάδα, σαν το παιδί που καλεί τον γονιό του για να το σώσει…

Η Γιάννα Αγγελοπούλου (πρόεδρος επιτροπής Ελλάδα 2021) πετάγεται από τη γωνία φορώντας ένα τεράστιο καπέλο και κρατώντας ένα filofax και μπαίνει μπροστά μου:

Γιάννα Αγγελοπούλου:

Αγαπητοί μας πρόγονοι, σας καλωσορίζω εκ μέρους της Επιτροπής Ελλάδα 2021, η οποία δημιουργήθηκε με σκοπό να αναδειχθεί η Επανάσταση του 1821 ως καταστατικό στοιχείο της ελληνικής Ιστορίας, αλλά και ως ψηφίδα της παγκόσμιας Ιστορίας».

Αλέξανδρος Υψηλάντης (πολιτικός):

Πολύ σημαντικό τω όντι…

Γιάννα Αγγελοπούλου (ανεβάζοντας τον τόνο):

Ναι! Χαίρομαι που το καταλαβαίνετε! Διότι «καλούμαστε να συνδιαμορφώσουμε όλοι μαζί αυτή τη νέα πατριδογνωσία που θα βρίσκεται μακριά από τη μελαγχολία της διαρκώς διωκόμενης, αδικημένης και κατατρεγμένης Ελλάδας, αλλά και από την υπερφίαλη αυταρέσκεια του περιούσιου λαού που αποτελεί το κέντρο του κόσμου»

Άννυ Λιγνού:

Από που καλείστε; Ποιος σας κάλεσε εσάς; Πάντως όχι ο περιούσιος, που του έχει στερηθεί ο επιούσιος…

Γιάννα Αγγελοπούλου:

Η εποχή μάς κάλεσε! Είναι η πρόκληση της εποχής μας.

Εμμανουήλ Ξάνθος (Φιλική Εταιρεία):

Να σας βοηθήσουμε ευχαρίστως. Έχουμε εμπειρία από την σύσταση της Φιλικής Εταιρείας για τους σκοπούς του Αγώνα για Ανεξαρτησία.

Άννυ Λιγνού:

Επί τη ευκαιρία κύριε Ξάνθο, θα ήθελα να μας πείτε, πώς χρηματοδοτήσατε τον Αγώνα;

Εμμανουήλ Ξάνθος:

Σε συνεργασία με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ιδρύσαμε την «Εθνικήν Κάσαν», το κοινό ταμείο το οποίο προοριζόταν για την εξασφάλιση της οικονομικής ενίσχυσης του Αγώνος. Η εξεύρεσις χρημάτων από τους πιο εύπορους Έλληνες και Φιλέλληνες ήτο ο σκοπός μας. Αλλά όλοι εβοήθησαν ο καθείς κατά τις δυνάμεις του. Εσάς κυρία Αγγελοπούλου, ποίοι είναι οι σκοποί σας;

Γιάννα Αγγελοπούλου:

«Σκοπός της Επιτροπής “Ελλάδα 2021,” πέρα από τον σχεδιασμό του εορτασμού της συμβολικής επετείου των 200 χρόνων από την Επανάσταση, είναι να οργανώσει ένα συνολικό πρόγραμμα δράσεων και εκδηλώσεων, με στόχο να επανασυστήσουμε την Ελλάδα, από την αρχή της σύγχρονης ιστορίας της μέχρι και σήμερα, στην πορεία αυτών των 200 χρόνων.»

Άννυ Λιγνού (κάπως επιθετικά):

Α, ναι; Γι’ αυτό παρουσιάζετε τους Έλληνες σαν νεοσύστατο έθνος 200 χρόνων; Πιο πριν τι ήμασταν; Γερμανοί; Τούρκοι; Ρωμαίοι; Πέρσες; Νομάδες; Τι; Είμαστε καινούργιοι; Χτεσινοί; Ή πάτε να μας σβήσετε; Σοβαρά θέλετε να ξανασυστηθούμε;

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (γελαστά):

Τελικά κοπελιά, έχεις φωνή!

Βασίλης Μιχαηλίδης:

Κανένας δεν εβρέθηκεν

για να την ιξηλείψη,

κανένας, γιατί σιέπει την

που τ’ άψη ο Θεός μου.

(Κύπριος ποιητής. Απαγγέλλει):

ΝΑ ΜΑΣ ΣΒΗΣΟΥΝ; ΔΕ ΓΙΝΕΤΑΙ!

«Η Ρωμιοσύνη εν φυλή

συνότζιαιρη του κόσμου,

Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή,

όντας ο κόσμος λείψη!»

Άννυ Λιγνού:

Το ξέρω. Το ελπίζω. Μα δεν πάμε καλά.

Γιάννης Ρίτσος

(ποιητής, συμπληρώνει καπνίζοντας)

«Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις,

εκεί που πάει να σκύψει.

Με το σουγιά στο κόκκαλο,

με το λουρί στο σβέρκο.

Νάτη πετιέται από ξαρχής

κι αντριεύει και θεριεύει

και καμακώνει το θεριό

με το καμάκι του ήλιου…»

Ιωάννης Καποδίστριας (πολιτικός)

Μα βλέπετε τι γράφουν εδώ; Δεν ήταν έτσι τα πράγματα όπως τα παρουσιάζουν…

Αριστείδης Μπαλτάς, Μηχανολόγος Μηχανικός, Δρ. Θεωρητικής Φυσικής και Ομότιμος καθηγητής Φιλοσοφίας ΕΜΠ. Επίσης, Υπουργός Παιδείας:

«Η ελληνική Επανάσταση υπήρξε τέκνο του Διαφωτισμού… Όπως και με το πρώτο Σύνταγμα της Αμερικής έτσι και τώρα με το πρώτο Σύνταγμα της Επαναστατημένης Ελλάδας ένας λαός ή ένα έθνος εγκαινιάζει την ύπαρξή του… Όλες οι επαναστάσεις όπως και η Ελληνική δημιούργησαν σε μεγάλο βαθμό τους λαούς που τις έκαναν».

Άννυ Λιγνού:

Τι είπε τώρα; Εγκαινιάσαμε με την Επανάσταση την ύπαρξη του έθνους μας; Πολύς «συνωστισμός έπεσε…»

Στάθης Σταυρόπουλος (σκιτσογράφος):

«Με την επανάσταση ένα έθνος, αγαπητέ μου κύριε Υπουργέ, δεν εγκαινιάζει την ύπαρξή του, εγκαινιάζει την ελευθερία του»

Άννυ Λιγνού:

Και τι σχέση έχουν η Γαλλική επανάσταση, η οποία έγινε από εξαθλιωμένους ενάντια στους ομοεθνείς τους αυτοκράτορες και τους πάμπλουτους ευγενείς που τους διοικούσαν κι η Αμερικάνικη επανάσταση που έγινε από τους έποικους στην Αμερική εναντίον της ομοεθνούς μαμάς Αγγλίας για τη βαριά φορολογία που τους επέβαλλε, με την δική μας Επανάσταση, η οποία έγινε εναντίον αλλοεθνών κατακτητών;

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης:

«Η Επανάσταση η εδική μας δεν ομοιάζει με καμίαν απ’ όσες γίνονται την σήμερον (τότε) εις την Ευρώπη».

Σαράντος Καργάκος (Ιστορικός):

Αγαπητοί μου φίλοι, είναι ξεκάθαρο. «Η δυσφήμηση του ’21 είναι θέμα προβολής. Στην Ελλάδα του σήμερα μερικοί, για να διαφημιστούν, επιλέγουν να εξευτελιστούν. Το ’21 είναι ο λαμπρότερος ναός της Ελληνικής Ιστορίας. Κάποιοι που διακατέχονται από Ηροστράτειο Σύνδρομο, επιχειρούν να τον πυρπολήσουν, για ν’ ακουστεί τ’ όνομά τους. Έχουν σαν πρότυπο τον Ηρόστρατο που πυρπόλησε το ναό της Εφεσίας Αρτέμιδος για να μείνει το όνομά του στην ιστορία.»

Γιάννα Αγγελοπούλου:

Δεν συκοφαντούμε κανέναν κύριε Καργάκο, ούτε έχουμε καμμία ανάγκη προβολής! Η ιστορία πρέπει να παρουσιαστεί όπως είναι και όχι όπως τη φανταζόμαστε μόνο και μόνο για να ξυπνά το πατριωτικό μας συναίσθημα.

Ιωάννης Καποδίστριας:

Μα βλέπω εδώ με λύπη μου, ότι με παρουσιάσατε ως δικτάτορα, αυτό υποβιβάζει τις αιματηρές προσπάθειες που εκάμαμε για μια Νέα Ακηδεμόνευτη Ελλάδα, την οποίαν βοηθήσαμε να αναγεννηθεί από τις στάχτες της ως άλλος Φοίνιξ, μέσα από τρομερές ζυμώσεις, συνεχείς εξεγέρσεις και μικρότερες επαναστάσεις με μέθοδο, οργάνωση, προσπάθεια και σας την παραδώσαμε. Κι όσο για το εάν υπήρξα δικτάτωρ, θυμηθείτε παρακαλώ ότι εξελέγην από την Γ΄ Εθνοσυνέλευση και συνομίλησα και συνεννοήθηκα με όλους τους πολιτικούς παράγοντες της εποχής.

Αριστείδης Χατζής (καθηγητής Φιλοσοφίας):

Μα τι λέτε κύριε Καποδίστρια; «Για εσάς, τα πρώτα δημοκρατικά και φιλελεύθερα συντάγματα αποτέλεσαν “ξυράφι στα χέρια μικρού παιδιού”. Καθώς λοιπόν θεωρείτε ιδιαίτερα επικίνδυνο ξυράφι το Σύνταγμα της Τροιζήνας, το αναστέλλετε & κηρύσσετε ουσιαστικά δικτατορία». Είμαι καθηγητής. Γνωρίζω.

Ιωάννης Καποδίστριας:

Νομίζετε πως γνωρίζετε κύριε, μα δεν ήσασταν εκεί και δεν βλέπω να έχετε την δυνατότητα να κατανοήσετε ούτε τις συνθήκες ούτε την πίεση της εποχής από όλες τις ξένες δυνάμεις που δεν επιθυμούσαν μια Ελλάδα ακηδεμόνευτη.

Άννυ Λιγνού:

Μην ανησυχείτε κ. Καποδίστρια, τίποτα δεν έχε αλλάξει από τότε. Ακόμα οι ίδιες δυνάμεις πιέζουν και βάζουν τρικλοποδιές στην Ελλάδα για τον ίδιο ακριβώς λόγο.

Παναγιώτης Πασπαλιάρης (ιστορικός και βιογράφος):

«Είναι σαφές ότι ο Καποδίστριας προχώρησε στη “μεταβολή” του πολιτεύματος ερχόμενος στην Ελλάδα για νομικούς και ουσιαστικούς λόγους, που επέτρεψαν τελικά την επιβίωση του έθνους. Κατόπιν προχώρησε σε δημοκρατικές εκλογές, ήρεμες, νόμιμες και με καθολική ψηφοφορία. Τις κέρδισε καθαρά με ποσοστά που ίσως κανείς κυβερνήτης της χώρας δεν απέκτησε ποτέ στα διακόσια χρόνια Ιστορίας μας. Κυβέρνησε δημοκρατικά. Επί της εποχής του σταμάτησαν οι πολιτικές δολοφονίες. Κυβέρνησε με τον λαό και για τον λαό.» Είμαι κι εγώ ιστορικός κύριε Χατζή…

Σπυρίδων Τρικούπης (πολιτικός)

Χτυπώντας το χέρι στο τραπέζι: Ε, όχι! Ακόμα κι εγώ, ως πολιτικός του αντίπαλος, δεν δέχομαι τις ύβρεις προς το πρόσωπο του Ιωάννου Καποδίστρια και σας βεβαιώ ότι «ουδέποτε άνθρωποι εδέχθησαν με ευνοϊκότερο τρόπο τον σωτήρα τους».

Άννυ Λιγνού:

Πάντως μετά από την γενική κατακραυγή, για την προσπάθεια αμαύρωσης του ονόματος του Καποδίστρια, γιατί αντιδράσαμε κι εμείς, η σελίδα κατέβασε την ανάρτηση και προσπάθησε να ανασκευάσει τις «ιστορικές της αλήθειες».

Ιωάννης Καποδίστριας:

Μα απορώ, ποιον σκοπό εξυπηρετούν όλα αυτά;

Άννυ Λιγνού:

Ε κάποιος σκοπός θα υπάρχει. Και πού να βλέπατε τι λένε για τον Καραϊσκάκη…

Στέφανος Καβαλλιεράκης (Διευθυντής του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών):

«Το νέο άρθρο -μάλλον για γονατογράφημα πρόκειται- του μέλους της Επιτροπής και μόνιμου αρθρογράφου στην ιστοσελίδα της επιτροπής για τον ερωτικό Καραϊσκάκη ο οποίος παρουσιάζεται ως ο επιβήτορας του ΄21, νομίζω δείχνει απλά, ότι ο πάτος συχνά δεν υπάρχει απλά».

Γεώργιος Καραϊσκάκης (οπλαρχηγός):

«Τι έλεγαν ωρέ για μένα;» αντιλάλησε στον μεγάλο διάδρομο η στεντόρεια φωνή του Καραϊσκάκη και τα καρφιά από τα τσαρούχια του βροντούσαν στα μάρμαρα. Περιμέναμε να εμφανιστεί ένα θεριό, αλλά από την πόρτα μπήκε με γρήγορο βήμα ένας μικρόσωμος άνθρωπος, κοντός, αδύνατος, όλο νεύρο, με αδρά χαρακτηριστικά, έντονα αετίσια μάτια και πολύ διαπεραστική φωνή. Το εκτόπισμά του ήταν τέτοιο που όλοι έκαναν ένα βήμα πίσω. «Για πείτε ωρέ τι λένε για μένα;»

Αριστείδης Χατζής:

Την αλήθεια! Να σου διαβάσω το άρθρο μου και πες ότι δεν τα είπες! «Ο Καραϊσκάκης έχει πει και έχει κάνει πολλά. Συνοψίζω με δύο λόγια τη σχέση του με τις γυναίκες που επηρεάζονται πάντα από τη σχέση του με τη μητέρα του: «έφαγε σαράντα χιλιάδες πούτσαις έως να με γεννήση».

Γεώργιος Καραϊσκάκης:

«Τα είπα ωρέ. Κι αυτά κι ακόμα περισσότερα που δεν τα ξέρεις. Και τα έκανα. Εγώ για την μάνα μου μπορώ να λέω ό,τι θέλω, εσύ παλιοζαγάρι πάλι, όχι!» κι έκανε να βγάλει το γιαταγάνι. Του έπιασε το χέρι ο Μπότσαρης από δίπλα του και σταμάτησε.

Ο Χατζής συνεχίζει απτόητος:

«Λίγο πριν πεθάνει η γυναίκα του, ο Καραϊσκάκης πήγε να την επισκεφτεί στον Κάλαμο. Έφερε μαζί του και τον Ζαφείρη/Μαργιώ, ντυμένη άντρα… Η Γκόλφω αγανάκτησε και το είπε στον Καραϊσκάκη: “Μάζεψε τους άνδρες σου που την πέφτουν στις ψυχοκόρες μου!” Το μπέρδεμα τον ανάγκασε να ομολογήσει ότι ο Ζαφείρης ήταν γυναίκα. Έγιναν οι σχετικές σκηνές -όχι τόσο επειδή είχε εξωσυζυγική σχέση, όσο γιατί την κουβάλησε μέσα στο σπίτι της οικογένειάς του. Ο Καραϊσκάκης όμως είχε μια αφοπλιστική δικαιολογία: “Έγνοια σου μουρή, έχω και για σένα πούτσο. Μη μου χολιάζεις!”»

Γεώργιος Καραϊσκάκης:

Καλά, όλη την ώρα με τον μπούτσο μου καταπιάνεστε; γέλασε, έβαλε στη θήκη το σπαθί και γύρισε την πλάτη περιφρονώντας πλήρως τον Χατζή. Ε, να! δείτε και την άλλη μεριά! Και κάνει μία και σηκώνει τη φουστανέλα δείχνοντας προς τον Χατζή τα γυμνά του οπίσθια, όπως είχε κάνει στην Άρτα, απέναντι στους Τούρκους. Εκεί είχε φάει και μια σφαίρα στα χαμηλά… Όλοι ξέσπασαν σε γέλια, αλλά φυσικά όχι εις βάρος του Καραϊσκάκη.

Κωνσταντίνος Κανάρης (ναύαρχος)

Γυρίζει ενοχλημένος, προς την Αγγελοπούλου:

Εγώ θαρρούσα πως μας καλέσατε να τιμήσετε τους αγώνες μας, όχι να μας περιπαίζετε και να μας περιγελάτε… Γιώργη, θα σε κάμουνε ρεντίκολο με όλα τούτα.

Γεώργιος Καραϊσκάκης:

«Θα μου κλάσουν τον μπούτσο». Ολοι με ξέρουνε ποιος είμαι. «Όταν θέλω γίνομαι άγγελος και όταν θέλω πάλε γίνομαι διάβολος»

Γιάννης Γκούρας (πρωτοπαλίκαρο, προς τον Χατζή):

Ντροπής πράματα να τα γράφετε αυτά στις φυλλάδες σας, την ώρα της θύμησης της Επανάστασης. Αντί να φιλιώσετε και να πείτε τα καλά και άξια που έκαμε ο καθένας μας, πάτε και μας ξεφωνίζετε στο μεϊντάνι;

Ανώνυμος σχολιαστής στο ίντερνετ:

Η επιτροπή «προσπαθεί να προσεγγίσει διαφορετικά την νεότερη ελληνική ιστορία – κάτι θεμιτό.Το πρόβλημα είναι ότι το κοινό στο οποίο απευθύνεται, στην πλειοψηφία του αντιλαμβάνεται τον εορτασμό με τσολιαδάκια, σημαιούλες και κανένα τσάμικο.»

Γεώργιος Κολοκοτρώνης:

Κι ήντα ‘χει μωρές παιδιά το τσάμικο και δεν σας αρέσει;

(από το βάθος ακούγονται τα Παιδιά της Σαμαρίνας κι ο χορευταράς όσο και παλικαράς Πλαπούτας με τις πρώτες νότες έχει μερακλώσει και σφυρίζει με τα δύο δάχτυλα).

Μήτρος Πλαπούτας:

Και να χορέψουμε ξέρουμε και να πολεμήσουμε ξέρουμε (και κάνει πως τινάζει τη σκόνη από το τσαρούχι του σηκώνοντας το πόδι πάνω από το κεφάλι).

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης:

«Τον νου σου Μήτρο, σιγά τον πολυέλαιο!» του λέει ο Γέρος και κοιτάει πάνω που ήξερε πως ο δεινός αυτός χορευτής πέταγε τα τσαρούχια του ψηλά, κάνοντας μεγάλη εντύπωση στον κόσμο με τα χορευτικά του τσαλίμια.

Ανώνυμος σχολιαστής στο ίντερνετ:

«Να, αυτά σας λέω. Τσολιάδες και τσάμικα στην Ελλάδα του 2020. Μέχρι εκεί είναι ο Ελληνας, μέχρι εκεί φτάνει.»

Άννυ Λιγνού:

«Ο “αγωνιστής του πληκτρολογίου” κρίνει τον Αγωνιστή του ’21! Πολλή πλάκα έχεις ρε φίλε όποιος και να σαι…»

Ανώνυμος σχολιαστής στο ίντερνετ:

«Δεν κρίνουμε το ’21 κυρά έξυπνη. Το 1821 καλά κάνανε και χορεύανε τσάμικα. Το 2021 όμως πρέπει να σοβαρευτούμε και να συμβαδίσουμε με την εποχή μας»

Άννυ Λιγνού:

Εντάξει το 2021 ας χορέψουν μπρέικ ντάνς κι ας φέρουν μερικές μαθήτριες να κάνουν τις Τσιρλίντερς. Αυτό όμως είναι το ζήτημα. Ότι ο Ελληνικός λαός, η εθνική του περηφάνια, η παράδοση και συναισθήματά του αντιμετωπίζονται με χλευασμό και υποτίμηση, αντί με σεβασμό από μερίδα αυτοανακηρυγμένων «προοδευτικών». Όποιος εκφράσει την άποψη πως η γιορτή πρέπει μέσα από την παράδοση και τις μνήμες αφενός να αναδείξει τους αγώνες, τις νίκες, τις δυσκολίες, τις προσωπικές υπερβάσεις κι αφετέρου να εμπνεύσει και να παραδειγματίσει τις επόμενες γενιές, στοχοποιείται ως αμόρφωτος λαουτζίκος χαμηλού γούστου και επιπέδου. Ή χειρότερα ένας κακώς εννοούμενος εθνικιστής.

Κωνσταντίνος Κανάρης:

Κι ήντα είναι ο εθνικιστής, μαθές;

Άννυ Λιγνού:

Αρχικά σήμαινε αυτόν που αγαπάει το έθνος του, αισθάνεται περήφανος για αυτό και είναι αλληλέγγυος προς τους ομοεθνείς του, χωρίς να μισεί τα υπόλοιπα έθνη ή να τα υποτιμά. Είναι το “κι εκεί που βρέθηκα στα ξένα, βρέθηκε ένα Έλληνας να με βοηθήσει”. Τώρα, όμως, έχει γίνει βρισιά, γιατί σημαίνει αυτόν που θεωρεί τον εαυτό του και το έθνος του ανώτερο από όλους και μισεί όλα τα άλλα έθνη αδιακρίτως.

Κωνσταντίνος Κανάρης:

Δεν μισούμενε κανένανε που δεν μας επειράζει. Αλλά δε θα λέμε και «σφάξε με Αγά μου να αγιάσω» όταν έρχονται να μας πάρουνε το κεφάλι!

Άννυ Λιγνού:

Πράγματι. Δεν μισούμε κανέναν, γιατί δεν επιτεθήκαμε και ποτέ σε κανέναν. Αλλά η Επανάσταση πρέπει να γιορταστεί, να εμπνεύσει και να παραδειγματίσει.

Μάθιου Νίμιτς

(μεσολαβητής του ΟΗΕ για το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων):

Ε, πως δεν επιτεθήκατε; «Θα πω ότι προσωπικά δεν τρέφω ιδιαίτερη εκτίμηση για τον Μέγα Αλέξανδρο, αν και γνωρίζω ότι η άποψή μου αυτή μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο επικρίσεων στις δύο χώρες. Ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν σίγουρα μεγάλος κατακτητής, όμως έσφαξε χιλιάδες ανθρώπους και κατέστρεψε πολλές πόλεις. Δεν διέδωσε τη δημοκρατία και τις πολιτειακές αξίες. Για τον λόγο αυτό μου φαίνεται περίεργο που υπάρχει τέτοια αντιπαλότητα, σχετικά με το ποιος θα τον κληρονομήσει».

Άννυ Λιγνού (επιθετικά):

Έλα αυτά να τα πεις δημόσια στην Ελλάδα κι όχι στα μουλωχτά σε εφημερίδα των Σκοπίων, να σου απαντήσουμε κατάλληλα, ποντικονυφίτσα κύριε Νίμιτς, που δεν τρέφεις κι εκτίμηση στον Μεγαλέξανδρο!

Άμα ανοίξεις κάνα βιβλίο ιστορίας, θα μάθεις ότι οι Πέρσες κατέβηκαν πέντε φορές για να ρημάξουν και να κατασφάξουν την Ελλάδα και στο τέλος ο Αλέξανδρος αποφάσισε να πάει να τους τα πει “ένα χεράκι” στη δική τους μεριά.

Και πάρε δρόμο. Εδώ ήρθαμε να τιμήσουμε τους αγώνες και τους αγωνιστές του ’21. Για αυτούς γράφουμε, για να τους θυμηθούμε, να ελπίσουμε και για να εμπνεύσουμε τους επόμενους Έλληνες.

Ιωάννης Μακρυγιάννης (οπλαρχηγός):

«Εμένα ένα πράγμα με παρακινεί να γράφω γυμνή την αλήθεια, να ιδούνε όλοι οι Έλληνες και να μπαίνουν σε φιλοτιμία και τα παιδιά μας να λένε: έχουμε αγώνες πατρικούς, έχουμε θυσίες.»

Γκούρας:

«Πες μωρέ Μακρυγιάννη ένα τραγούδι, εσύ οπού χεις καλή φωνή και τα λες ωραία να θυμηθούμε και να κλάψουμε και να φιλιώσουμε…»

(Έπεσε άκρα του τάφου σιωπή κι όλοι κοίταγαν τον Μακρυγιάννη που’ χε κλείσει τα μάτια, θυμόταν και τραγούδαγε όλο παράπονο με όμορφη, νοσταλγική φωνή. Ήταν τόσο καλλίφωνος που θα μπορούσε να είναι τραγουδιστής):

Μακρυγιάννης:

«Ο Ήλιος εβασίλεψε, Έλληνα μου,

και το Φεγγάρι εχάθη

κι ο καθαρός Αυγερινός

που πάει κοντά την Πούλια,

τα τέσσερα κουβέντιαζαν

και κρυφοκουβεντιάζουν.

Γυρίζει ο ήλιος και τους λέει,

γυρίζει και τους κρένει:

“Εψές οπού βασίλεψα

πίσω από μια ραχούλα,

άκ’σα γυναίκεια κλάματα

κι αντρών τα μοιργιολόγια

γι’ αυτά τα ‘ρωικά κορμιά

στον κάμπο ξαπλωμένα,

και μέσ’ στο αίμα το πολύ

είν’ όλα βουτημένα.

Για την πατρίδα πήγανε

στον Άδη τα καημένα”.»

Βλέπω με την άκρη του ματιού τον θεόρατο Γέρο, να δακρύζει σιωπηλά και να σκουπίζει τα μάτια του. Και πώς αποφασίσατε να κάνετε την Επανάσταση; ρωτάω.

Μακρυγιάννης:

«…Η τυραγνία των Τούρκων – την δοκιμάσαμε τόσα χρόνια – δεν υποφέρονταν πλέον. Και δι’ αυτήνη την τυραγνία, οπού δεν ορίζαμεν ούτε βιόν ούτε τιμή ούτε ζωή (ξέραμεν κι’ ότ’ ήμασταν ολίγοι και χωρίς τα’ αναγκαία του πολέμου) αποφασίσαμεν να σηκώσομεν άρματα εναντίον της τυραγνίας. Είτε θάνατος είτε λευτεριά».

Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης (οπλαρχηγός και πολιτικός):

«Εις τοιαύτην όντες κατάστασιν στερημένοι από όλα τα δίκαιά μας, με μίαν γνώμην ομοφώνως απεφασίσαμεν να λάβωμεν τα άρματα, και να ορμήσωμεν κατά των τυράννων. Πάσα προς αλλήλους μας φατρία και διχόνοια, ως καρποί της τυραννίας απερρίφθησαν εις τον βυθόν της λήθης, και άπαντες πνέομεν πνοήν ελευθερίας»

Άννυ Λιγνού:

Φατρίες και Διχόνοια, καρποί της τυραννίας… Απαράλλαχτα με σήμερα. Οι φατρίες διαιρούν και βασιλεύουν.

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης:

«Ως μία βροχή έπεσεν εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι και ο κλήρος μας και οι προεστοί μας και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση.»

Άννυ Λιγνού προς τον Κολοκοτρώνη:

Το ξέρεις καπετάν Θοδωρή πως ακόμα και σήμερα έχουμε τον Τούρκο από απέναντι να μας προκαλεί, να περιγελά τους προγόνους μας, να μπαίνει στα νερά μας, να τρομάζει τους ανθρώπους στα νησιά μας και να μας ζητάει κομμάτια από την Ελλάδα;

Ο Γέρος πετάγεται όρθιος.

Αρκετά δεν πήρε; Ποιος είναι αυτός πάλι και τι θέλει από τη έρμη την πατρίδα;

(Όλα τα κεφάλια γύρισαν και με κοίταζαν, ενώ προσπαθούσα να βρω στο κομπιούτερ τις δηλώσεις του Ταγιπ και παράλληλα εξηγούσα):

Άννυ Λιγνού:

Στέλνει χιλιάδες δύσμοιρους πρόσφυγες στα σύνορά μας με το ζόρι και…

Καραϊσκάκης:

…και μέσα σε αυτούς έχει και τους δικούς του που περιμένουν να πάρουν την ορμήνεια για να μπουκάρουν και να σας χαλάσουν! Κι απέ, σας ζητάει να συνθηκολογήσετε κι από πάνω, ε;

Άννυ Λιγνού:

Ναι, πως το ξέρεις;

Καραϊσκάκης:

Λες να ήμουν καπετάνιος άμα δεν ήξερα τι σκαρφίζεται η γκλάβα του οχτρού;

Άννυ Λιγνού:

Και σκέψου πως είμαστε πια οργανωμένες χώρες, με Δημοκρατικές Κυβερνήσεις, με Συμβάσεις, με Διεθνείς Συνθήκες…

Μακρυγιάννης:

Ναι, Συνθήκες και κουντράτα! Αυτά μας φάγανε! «Και λευτερωθήκαμεν από τους Τούρκους και σκλαβωθήκαμεν εις ανθρώπους κακορίζικους, όπου ήτον η ακαθαρσία της Ευρώπης»

Νίκος Ξυλούρης (τραγουδιστής):

Μπάρμπα Γιάννη, Μακρυγιάννη,

δεν μας τα γραψες σωστά,

το φιλότιμο δεν φτάνει

για να πάει κανείς μπροστά…

Άννυ Λιγνού:

Η Ευρώπη μας έχει βάλει να βγάλουμε μόνοι μας το φίδι από την τρύπα και μας κουνάει και το δάχτυλο από πάνω. Να, δείτε εδώ:

Egemen Bagis (Τούρκος Πρέσβης στην Τσεχία και πρώην υπουργός της Τουρκίας σε θέματα Ε.Ε.):

«Η Κύπρος θα έπρεπε να έχει γίνει μάθημα στους Έλληνες» ακόμα και «για να χτίσουν οι Έλληνες τείχος στον Έβρο θα πρέπει να ρωτήσουν πρώτα την Τουρκία, αλλιώς θα υποστούν τις συνέπειες».

Γεώργιος Καραϊσκάκης:

Άμα γυρίσω, θα τους γαμήσω…

(Ακούγεται από το βάθος η φωνή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, να τραγουδάει όλο και πιο δυνατά:

«…και άμα αργήσω, δώστους κι αυτό, είναι τ’ αρχίδια μου τα δυό»

Γεώργιος Καραϊσκάκης:

Α, να γειά σου!

Άννυ Λιγνού:

Κι ο Ταγίπ – Σουλτάνος, ανενόχλητος όλο βάζει τα πλοία του να σουλατσάρουν στα νερά μας και τα αεροπλάνα του να πετάνε ξυστά πάνω από τα σπίτια μας. Πέρσι στις εκλογές παρουσίαζε την Σμύρνη σαν να τελούσε υπό την …κατοχή των Ελλήνων και με τη σφαγή του Κεμάλ απελευθερώθηκε! Να τος, τον βρήκα, τραγουδάει κι όλας, μην πω τίποτα…

Ταγίπ (τραγουδάει από τον υπολογιστή)

«Όμορφη Σμύρνη, δεν φεύγει ο καπνός.

Την ημέρα στην φαντασία μου,

το βράδυ στη σκέψη μου.

Η αλεπού δεν μπορεί να μπει

στο κρεβάτι του λιονταριού.

O ποταπός Έλληνας δεν θα τα καταφέρει

Θα ρίξω τους Έλληνες στη θάλασσα».

Άννυ Λιγνού:

Θέλετε κι άλλα; πριν λίγες μέρες, έκανε την Αγιά Σοφιά τζαμί!

Ο Καραϊσκάκης είχε πάρει φωτιά και φώναζε κατακόκκινος κοιτώντας την οθόνη:

«Έλα, σκατότουρκε… έλα εβραίε, απεσταλμένε από τους γύφτους έλα ν’ ακούσεις τα κερατά σας, -γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας. Τι θαρεύσετε κερατάδες… Δεν εντρέπεσθε να ζητάτε Συνθήκην από εμάς;»

Άννυ Λιγνού:

Όχι δεν ντρέπονται. Κι ακόμα, όπου σταθεί κι όπου βρεθεί μιλάει για τους άπιστους και την εξάπλωση του Ισλάμ. Θέλει να κάνει όλον τον κόσμο Μωαμεθανούς. Γι’ αυτόν όλοι θα είμαστε πάντα Γκιαούρηδες (άπιστοι).

Αθανάσιος Διάκος:

Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θε να πεθάνω.

Αλέξανδρος Υψηλάντης:

«Είναι καιρός νά αποτινάξωμεν τόν αφόρητον τούτον ζυγόν, νά ελευθερώσωμεν τήν Πατρίδα, νά κρημνίσωμεν από τά νέφη τήν ημισέληνον νά υψώσωμεν τό σημείον, δι’ ου πάντοτε νικώμεν! λέγω τόν Σταυρόν, καί ούτω νά εκδικήσωμεν τήν Πατρίδα, καί τήν Ορθόδοξον ημών Πίστιν από τήν ασεβή τών ασεβών καταφρόνησιν…»

Γιάννα Αγγελοπούλου:

Ας ηρεμήσουμε. Δεν λύνονται όλα με τα όπλα. Θα συμφωνήσουν και ο κ. Καποδίστριας και ο κ. Τρικούπης ότι η διπλωματία μπορεί να επιφέρει την Ειρήνη με λιγότερες απώλειες. Πρέπει να μάθουμε «να ζούμε όλοι οι πολιτισμοί αδελφωμένοι μέσα στο μωσαϊκό της Ελλάδας». «Ο κόσμος πασχίζει να αφήσει πίσω του το βίαιο παρελθόν».

Άννυ Λιγνού:

Ποιο βίαιο παρελθόν; Των Ελλήνων; Βίαιο παρελθόν η άμυνα και η προσπάθεια να απελευθερωθεί η Ελλάδα από τους κατακτητές; Γιατί τα μεταστρέφετε όλα; Ακόμα και τον Μεγαλέξανδρο τον βγάλατε σφαγέα που πήγε στην Ασία, μετά από πέντε καθόδους των Περσών.

Γιάννα Αγγελοπούλου:

Αυτό είναι άλλο θέμα. Η επιτροπή μας και εγώ προσωπικά προσπαθούμε «να διαλύσουμε τους μύθους γύρω από την Επανάσταση και να δώσουμε μια ανθρώπινη, ρεαλιστική διάσταση της Ιστορίας» που να απηχεί την μοντέρνα πρόκληση, τη συναδέλφωση και τη συμφιλίωση των λαών.

Άννυ Λιγνού:

Να διαλύσετε τους μύθους ή να διαλύσετε τους Έλληνες; Κι όταν λέτε συμφιλίωση, που ποιος δεν τη θέλει, πως την σκέφτεστε; Εννοείτε να ζητάει η Τουρκία και να παίρνει ένα ένα τα νησιά μας κι εμείς να μην αντιδρούμε στο πλαίσιο της φιλίας; Γι’ αυτό προσπαθείτε να σβήσετε καθετί παραδοσιακό; Για να σβήσει και κάθε μνήμη;

Πέτρος Τατσόπουλος (συγγραφέας):

Μην ασχολείσαι Γιάννα μου, εδώ φαίνεται πως τους αρέσει να τρώνε το παραμυθάκι της Επανάστασης. Όταν ΕΓΩ μίλησα πρώτος για τις ιδιαίτερες προτιμήσεις του Κολοκοτρώνη…

Δεν πρόλαβε να τελειώσει τη φράση του και χιλιάδες σπαθιά και μαχαίρια ξεπρόβαλαν λίγα εκατοστά από τα θηκάρια κάνοντας έναν τρομακτικό θόρυβο:

πλήθος:

ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΕΡΟ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΧΑΛΑΣΜΟΣ!!!

Ο Τατσόπουλος “τα χρειάστηκε” κι αποχώρησε μουρμουρίζοντας: Αγράμματοι. Βάρβαροι. Φιέστες και σημαιάκια.

Θεόδωρος Πάγκαλος (πολιτικός)

Από κάπου στο βάθος με βαριεστημένη φωνή: «Οι Νεοέλληνες έχουν την ψευδαίσθηση ότι είναι άμεσοι απόγονοι του Περικλή».

Γιώργος Σεφέρης (ποιητής):

«Όχι, κύριε, είμαστε απόγονοι μονάχα της μάνας μας, που μας μίλησε ελληνικά, που προσευχήθηκε ελληνικά, που μας νανούρισε με παραμύθια για τον Οδυσσέα, τον Ηρακλή, τον Λεωνίδα και τον Παπαφλέσσα και ένιωσε την ψυχή της να βουρκώνει τη Μεγάλη Παρασκευή μπροστά στο ξόδι του νεκρού Θεανθρώπου.»

Άννυ Λιγνού:

Μη λέτε τέτοια κύριε Σεφέρη. Βγάζουν αφρούς. Εδώ αφαίρεσαν τον σταυρό από την σημαία στο σήμα της Επανάστασης! 63 χώρες έχουν σταυρό στη σημαία τους, ο δικός μας τους ενόχλησε. Τέτοια κόμπλα!

Αδαμάντιος Κοραής (λόγιος):

«Τούτο παρακαλώ να τους παραγγείλετε να πράττωσιν εις το εξής, παριστάνοντες εις αυτούς, ότι πολεμήσαμε όχι μόνον υπέρ πατρίδος, αλλά και υπέρ πίστεως».

Θεόδωρος Πάγκαλος:

«Όσο πιο καθυστερημένος είναι ένας λαός, τόσο πιο μεγάλος είναι ο φετιχισμός του με τη σημαία».

Άννυ Λιγνού (κουνώντας του μια σημαία μέσα στα μούτρα):

Πάρε ένα σημαιάκι που τόσο στη δίνει

Οδυσσέας Ανδρούτσος (οπλαρχηγός):

«Ετούτος δικός μας είναι ή με τους άλλους;» είπε και χάιδευε τη λαβή του μαχαιριού του.

Άννυ Λιγνού:

Δικός μας. Χάρισμά μας στα μούτρα τα δικά μας…

Γιάννα Αγγελοπούλου:

Ας επικρατήσει ηρεμία. Στη Δημοκρατία όλοι έχουν δικαίωμα να πουν την άποψή τους άφοβα. «200 χρόνια πέρασαν με χαρές και λύπες, νίκες και ήττες, μεγάλες στιγμές και μαύρες ημέρες. Εκατοντάδες Έλληνες άφησαν το αποτύπωμά τους στην ιστορία. Προσθέστε κι εσείς το δικό σας γεγονός. Βάλτε τη δική σας ψηφίδα».

Οδυσσέας Ανδρούτσος:

«Τι ψηφίδες και ξεψηφίδες μας λες κι εσύ; Αυτός πετάει κοτρώνες!»

Θεόδωρος Πάγκαλος:

Αυτό δεν αλλάζει την πραγματικότητα. Κι εσείς, οι Νεοέλληνες, αλλά κι αυτοί που κάναν την επανάσταση, ήταν «ένα μάτσο αγράμματοι και αδαείς χωριάτες, οι οποίοι μετά βίας μιλούσαν ελληνικά και ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο αποφάσισαν να δημιουργήσουν ένα σχίσμα από την Οθωμανική Αυτοκρατορία».

Παναγιώτης Ήφαιστος (Ειδικός Σύμβουλος Στρατηγικής. Ευρωπαϊκή πολιτική, Ευρωστρατηγικά):

Κάνετε μεγάλο λάθος κύριε Πάγκαλε. «…Καμιά σχέση δεν είχε η πολιτική ανθρωπολογία των Πόλεων με τους δύσμοιρους δουλοπάροικους (αβράκωτους – “sans culottes”) που εξεγέρθηκαν στο Παρίσι. Αυτό δεν είναι κατηγορία, είναι η τραγική μετά-μεσαιωνική πραγματικότητα…

…Το 1821 δεν είχαμε κάποια εξέγερση “αβράκωτων”. Τότε τους έδωσαν δικαιώματα (στους εξεγερμένους και εξαθλιωμένους Γάλλους) και τελείωσε…

Άννυ Λιγνού:

Δεν φτάνει που λένε τους Έλληνες που ξεκίνησαν την Επανάσταση «ξεβράκωτους και αμόρφωτους» λένε, επίσης, ότι όλα έγιναν χάρις στην Γαλλική Επανάσταση, αλλά και τον Αμερικάνικο Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, όπου οι μεν Γάλλοι ήταν στην κατάσταση που αναφέρατε και οι Αμερικάνοι εξεγέρθηκαν για την βαριά φορολογία που τους επέβαλλε η Αγγλία.

Παναγιώτης Ήφαιστος

…Η Ελληνική Επανάσταση, αντίθετα, αφορούσε τους υψηλοτάτης πολιτικής υπόστασης ανθρώπους του μακραίωνου ελληνικού έθνους στα πεδία της καταληφθείσης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας…

…Άνθρωποι γαλουχημένοι εμπράγματα με πολιτική παιδεία επί αιώνες καρτερούσαν να έλθει η στιγμή να τις κατακτήσουν για το δικό τους έθνος, αλλά και για τα άλλα έθνη..!»

Θεόδωρος Πάγκαλος:

Εσύ πάλι ποιος είσαι και μας κάνεις μάθημα; Βρε αν δεν υπήρχε ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός οι αγράμματοι και ξεβράκωτοι ραγιάδες θα συνέχιζαν να προσκυνάνε τον πασά και να ζητάνε ρουσφέτια…

Άννυ Λιγνού:

Βρε μανία με τα βρακιά αυτός ο άνθρωπος… Είχαμε βρακιά.. Ξεβράκωτοι δεν ήμασταν ποτέ, όσο φτωχοί κι αν γίναμε.

Νικόλαος Κασομούλης (αγωνιστής και ιστορικός):

«… η τάξις των ξενιτευμένων λογιοτάτων και εμπόρων είναι ήτις πρώτη ετόλμησε και εκίνησε τον μοχλόν τούτον και έμβασεν και τους Προεστούς και Αρματολούς εις τα αίματα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η Επανάστασις του ’21 ήτο αποκλειστικό δημιούργημα της αστικής τάξης. Η άνοδος των αστών στην οικονομική και κοινωνική ιεραρχία έδωσε την ώθηση στον υπόδουλο ελληνικό λαό, που είχε προετοιμαστεί ψυχολογικά και ιδεολογικά επί αιώνες.»

Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος (συγγραφέας και ιστορικός):

«Μα ναι. Δεν ήταν τυχαία εξέγερση με αφορμή επεισόδια ή άλλες ευνοϊκές συγκυρίες, ούτε υποκινήθηκε από ξένους για την εξυπηρέτηση συμφερόντων της. Μολονότι όχι άσχετη με την ωρίμανση σε κάποιο βαθμό των αντικειμενικών συνθηκών, εμφανίζει την πρωτοτυπία να είναι αποτέλεσμα πολιτικής βουλήσεως, δηλαδή να έχει άμεσα προέλθει από ειδική απόφαση τριών Ελλήνων πατριωτών, που επέζησε με τον μηχανισμό μυστικής επαναστατικής εταιρείας επί εξήμισυ χρόνια και έφθασε στην πραγματοποίησή της το 1821».

Άννυ Λιγνού:

Οι Έλληνες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να διατηρήσουν την γλώσσα τους, την πίστη τους, τα έθιμά τους και την Ιστορία τους. Απόδειξη πως ακόμα μιλάμε τη γλώσσα του Ομήρου, μετά από 3.000 χρόνια. Σε όλη τους την πορεία, οι Έλληνες έδειχναν φιλομάθεια και μεγάλη εκτίμηση στα γράμματα και τις Επιστήμες. Είτε ήταν υπόδουλοι, είτε κατακτημένοι, είτε φτωχοί, είτε πλούσιοι, είτε μετανάστες. Το πρώτο που κοίταζαν είναι να βρουν σχολείο για τα παιδιά τους. Το ίδιο ακριβώς κάνουν και τώρα. Και κατά την πολύπαθη ιστορία μας, στα χρόνια της τουρκοκρατίας, η γλώσσα μας όχι μόνο εμποδίστηκε, αλλά διώχθηκε απηνώς.

Η Γιάννα διαβάζει από την Wikipedia:

Άλλος ένας μύθος. «Σύμφωνα με τους σύγχρονους ακαδημαϊκούς ιστορικούς, η ύπαρξη του κρυφού σχολειού, για την τεκμηρίωση του οποίου χρησιμοποιούνταν ως πρόσφατα μαρτυρίες από την εποχή της Επανάστασης και εξής μαζί με τοπικές παραδόσεις, είναι ένας μύθος χωρίς ιστορική βάση.»

Αλέξανδρος Υψηλάντης, σιγανά στο αυτί μου:

Ποια είναι η Βικιπέντια;

Άννυ Λιγνού, επίσης σιγανά:

Είναι μία σελίδα στην οποία γράφει όποιος να’ναι ό,τι να’ναι και την παίρνουν για εγκυκλοπαίδεια. Κοιτάξτε τώρα που θα μας που ότι το Κρυφό Σχολειό ήταν μύθος!

Σύγχρονοι Ακαδημαϊκοί Αναθεωρητές:

«Ποτέ δεν διώχθηκε η παιδεία, άρα δεν υπήρξε η ανάγκη του κρυφού σχολειού.»

Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος, (μετά την Άλωση 1460):

Αλίμονο, πόσο λάθος κάνετε… «πού τα παιδευτήρια της σοφίας; Κατεπόθησαν υπό του Μωάμεθ».

Θεοδόσιος Ζυγομαλάς (αρχιγραμματέας του θρόνου 1570):

«Έν δουλεία όντες, τα ελευθέροις ανήκοντα μαθήματα σπουδάζειν, ως δει, κωλύοντα».

Φώτιος Χρυσανθακόπουλος (αγωνιστής της επανάστασης του 1821 και συγγραφέας):

«Μόνοι των οι Έλληνες εφρόντιζαν δια την παιδείαν, η οποία εσυνίστατο εις το να μανθάνουν τα κοινά γράμματα και ολίγην αριθμητικήν ακανόνιστον. Ελλείψει δε διδασκάλου, ο ιερεύς εφρόντιζε περί τούτου. Όλα αυτά εγίνοντο εν τω σκότει και προφυλακτά από τους Τούρκους.»

Χριστόφορος Άγγελος (1607):

«Ούτε σχολείο μπορεί να υπάρξει, ούτε και κάποιος δάσκαλος που θα ήθελε να διδάξει σε μαθητές μπορεί να παραμείνει κάπου».

George Sandys (περιηγητής της εποχής):

«Το φως της γνώσης δεν επιτρέπεται … από τα άγρια κτήνη της ανθρωπότητας».

Γιάννα Αγγελοπούλου:

Ακριβώς ΑΥΤΑ τα λόγια πρέπει να σβηστούν και να ξεχαστούν. Μόνο μίσος φέρνουν.

Άννυ Λιγνού:

Και ποιος σας είπε πως μισούμε τους γείτονές μας ή κανέναν άλλον; Μισούμε αυτές τις πράξεις και όσους τις έκαναν ή θέλουν να τις επαναλάβουν. Ούτε τους Γερμανούς μισούμε, το αντίθετο μάλιστα. Αλλά τους Ναζί που έπραξαν θηριωδίες τους μισούν και οι ίδιοι οι Γερμανοί και ντρέπονται για αυτούς. Γι’ αυτό η Ιστορία πρέπει να παραμένει ζωντανή, για να μην ξεχνάμε. Άκου μισούμε τους Τούρκους. Κανέναν δεν μισούμε. Αλλά δεν θα ξεχάσουμε κι όλας τις θηριωδίες που επράχθησαν επειδή το θες εσύ.

Γιάννα Αγγελοπούλου:

Δεν μπορούμε όμως το 2020 να αποκαλούμε τους γείτονές μας “άγρια κτήνη της ανθρωπότητας” έστω κι αν αναφερόμαστε στο παρελθόν.

Μελέτιος Πηγάς

(Πατριάρχης Αλεξανδρείας 16ο αιώνα):

Και πως λέγονται κυρία μου αυτοί που «έκοψαν 30 χιλιάδες γλώσσες στην Αίγυπτο επειδή μιλούσαν ελληνικά;»

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης προς την Αγγελοπούλου:

«Η μάθησή σας να μη γίνει σκεπάρνι μόνο διά το άτομό σας, αλλά να κοιτάζει το καλό της κοινότητος. Και μέσα εις το καλό αυτό ευρίσκεται και το δικό σας καλό», και μετά γυρίζει στο γιό του: «Κουλίνο, παιδί μου, ποιος πιστεύεις ότι είναι ο Εθνικός Οίκος της Ελλάδος;»

Κουλίνος Κολοκοτρώνης:

Το μέρος όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις πατέρα. «Το παλάτι του βασιλιά που μας εκπροσωπεί κι έχουμε κράτος πια.» Δηλαδή, αναλογικά με σήμερα η Βουλή.

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης:

«Οχι Γιε μου. Είναι το Πανεπιστήμιο.»

Γιάννα Αγγελοπούλου:

Μια και πιάσαμε τα της μόρφωσης τελικά υπήρξε ή όχι το Κρυφό Σχολειό;

(από πίσω ακούγεται και όλο δυναμώνει η μουσική των Terror X Crue: «Πάρτο όπως θες, πάρτο όπως σε βολεύει, αφού ό,τι σε βολεύει λες, πάρτο όπως θες!»)

Αλίκη Δραγώνα (University of California) και Carolyn Handa (University of Southern Illinois):

«Ακόμη και σε περιόδους μεγάλης πολιτικής καταπίεσης, όπως η Οθωμανική κυριαρχία ή η ναζιστική κατοχή της Ελλάδας κατά την διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, η συμμετοχή τους σε κάποια μορφή επίσημων ή ανεπίσημων πρακτικών βασικής εκπαίδευσης προσέφερε στους Έλληνες μια αίσθηση προσανατολισμού και υπεροχής, μια μορφή ηθικής συντήρησης.

Παράδειγμα τα «κρυφά σχολεία», που λειτουργούσαν κρυφά και «παράνομα» κατά την διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας στην Ελλάδα για σχεδόν 400 χρόνια, τα οποία δίδασκαν στα παιδιά τα βασικά στοιχεία της στοιχειώδους εκπαίδευσης, αλλά επίσης ενστάλαζαν σ’ αυτά και ένα ισχυρό ελληνικό ήθος.

Με τον ίδιο τρόπο και κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, όταν τα επίσημα δημόσια και ιδιωτικά σχολεία αναγκάστηκαν να κλείσουν τις πόρτες τους στους μαθητές τους, πολλοί διδάσκονταν «κατ’ οίκον» από συγγενείς ή φίλους.»

Ch.M. Costantakos και J.N. Spiridakis:

«Oι Έλληνες πάντοτε θεωρούσαν πως η ελληνική τους γλώσσα ήταν η συνεκτική δύναμη της εθνικής τους ταυτότητας. Αγωνίστηκαν για την διάσωσή της κατά την διάρκεια πολλών περιόδων ξένης κυριαρχίας, κάτι που επιβεβαιώθηκε από την αντοχή και την διατήρηση της ελληνικής γλώσσας στα τετρακόσια χρόνια κατοχής από την Οθωμανική αυτοκρατορία, κατά την διάρκεια της οποίας η εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας ήταν απαγορευμένη. Τα κρυφά σχολειά λειτουργούσαν κρυφά, κάτω από την κάλυψη που προσέφερε το σκοτάδι, με στόχο την διατήρηση της γλώσσας.»

Άννυ Λιγνού:

Ποια γλώσσα και ποια ταυτότητα… Εδώ πριν λίγο καιρό παραχωρήσαμε στους Σκοπιανούς με τζίφρες και γιορτές, ουσιαστικά τη Γλώσσα και την Ιστορία μας. Μιλάνε λέει Μακεδονικά και είναι Μακεδόνες! Άκου Μακεδονικά τα Βουλγάρικα… Σε λίγο θα δώσουμε και ο,τι απέμεινε από τα ιερά μνημεία και τα αγάλματά μας. Ήδη με τα δάνεια που έχουμε σαν χώρα, οι αρχαιολογικοί μας χώροι περνάνε στα χέρια των ξένων.

Μακρυγιάννης (πετάγεται ορθός):

«Αυτά και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε, να μη καταδεχτείτε να βγουν από την πατρίδα μας! Γι’ αυτά πολεμήσαμε».

Άννυ Λιγνού:

Τούτοι εδώ αμύνονται μόνο περί πάρτης, όχι περί πάτρης.

Μακρυγιάννης:

«Όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας. Ναρθή ένας να μου ειπή ότι θα πάγη ομπρός η πατρίδα, στρέγομαι να μου βγάλη και τα δυό μου μάτια. Ότι αν είμαι στραβός, και η πατρίδα μου είναι καλά, με θρέφει, αν η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια νάχω, στραβός θα νά είμαι».

Γιάννα Αγγελοπούλου:

Βέβαια, στη σημερινή εποχή, όλα λύνονται με την διπλωματία όπως είπαμε. Δεν χρειάζονται τα όπλα. Ούτε και να βγάλουμε τα μάτια μας.

Άννυ Λιγνού:

Ωραία τα πήγε η διπλωματία σας μέχρι στιγμής.

Τωρινός Υπουργός Αμύνης:

Καλό είναι να τα αφήνετε αυτά στους ειδικούς, αν δεν ξέρετε. Δημιουργείτε εντυπώσεις ενώ τα πράγματα έχουν αλλιώς. Όπως πριν λίγο καιρό με τον Έβρο. Άλλαξε απλώς η κοίτη του ποταμού, σχηματίστηκαν κάποιες καινούργιες ασήμαντες νησίδες κι αμέσως ήσασταν έτοιμοι για σύρραξη επειδή ήταν από τη μεριά των Τούρκων! «Η Ελλάδα δεν θέλει να δημιουργεί εντάσεις με τους συμμάχους της για λίγες δεκάδες μέτρα»

Κωνσταντίνος Κανάρης:

Ποιες εντάσεις και ποιους συμμάχους; Τους Τούρκους; Πριν έρθω εδώ στο κάλεσμα πέρασα από το σπίτι μου στα Ψαρρά να το χαιρετήσω. Κι εκεί που καθόμουν σε μια πέτρα κι έκλαιγα από τη χαρά μου που έφυγε ο Τούρκος κι είναι ελεύτερο πια και καμάρωνα τα παιδιά που έπαιζαν στο δρόμο, πέρασαν τρία θεόρατα πράματα από πάνω με διαολεμένο θόρυβο. Σκιάχτηκα κι έπεσα χάμω! Ρωτάω τι είναι; και μου λένε ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ! Αυτοί είναι οι σύμμαχοί μας;

Οδυσσέας Ανδρούτσος (οπλαρχηγός):

«Τι τη θέλουμε, βρε αδέρφια, αυτή τη πολυπικραμένη ζωή, να ζούμε αποκάτου στην σκλαβιά και το σπαθί των Τούρκων να ακονιέται στα κεφάλια μας; δεν τηράτε που τίποτα δεν μας απόμεινε;» είχα πει τότε στο Γαλαξίδι. Ε και σας ρωτώ: Τι διαφορά έχει με σήμερα;

Τωρινός Υπουργός Αμύνης:

Με όλον τον σεβασμό, δεν καταλαβαίνετε κάποια πράγματα και ίσως είναι λογικό γιατί μας χωρίζουν κάποιοι αιώνες που στο μεταξύ έχουμε προοδεύσει κι έχουν αλλάξει τα δεδομένα.

Ανδρέας Μιαούλης (ναύαρχος):

Τι πρόοδο έχετε κάμει άμα έχετε τους Τούρκους κάθε μέρα πάνω από την κεφαλή σας; Κι από ό,τι μου εδιάβασε εδώ ο Υψηλάντης, εχάσατε και τη μισή την Κύπρο!

(Ένας σωρός πρωθυπουργοί από το ’74 κι ύστερα ζάρωσαν στις πολυθρόνες τους κι έσκυβαν να μην πολυφαίνονται).

Οδυσσέας Ανδρούτσος:

Και στον Έβρο είναι αλήθεια πως θέλετε να χτίσετε έναν φράχτη και δεν σας αφήνουν οι Τούρκοι να τονε κάμετε στο έδαφός μας; Τι ελεύθεροι και πράσινα άλογα μου λες; Θα είχα βάλει τα παλικάρια μου και θα τονε χτίζαμε σε ένα βράδυ. Θα βοηθούσαν άντρες γυναίκες και παιδιά.

Τωρινός Υπουργός Αμύνης:

Η οδός της διπλωματίας έχει διαβουλεύσεις, συμφωνίες και αμοιβαίες παραχωρήσεις!

Γεώργιος Καραϊσκάκης:

Ναι. Οι Τούρκοι βάζουνε τον μπούτσο, κι εμείς το γκώλο…

Εκπρόσωπος των Ενόπλων Δυνάμεων

(αγνοεί τους πάντες και χαιρετάει στρατιωτικά τον Καραϊσκάκη και τον Κολοκοτρώνη): Όχι, όχι στρατηγέ μου, τους απαντάμε κι εμείς. Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι ετοιμοπόλεμες και απαρτίζονται από γενναίους άνδρες και γυναίκες. Είμαστε έτοιμοι για όλα.

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης:

Χαίρομαι που το ακούω παιδιά μου. Και μη θαρρείτε πως μας αρέσει ο πόλεμος. Μα πρέπει όποιος δεν στέκεται σα φίλος να σε φοβάται. Να μην του μπει στο μυαλό πως μπορεί να σε κάμει καλά.

Εκπρόσωπος των Ενόπλων Δυνάμεων:

Η αεροπορία μας είναι η πρώτη δύναμη στην περιοχή. Οι πιλότοι μας βραβευμένοι. Το ναυτικό μας είναι απαράμιλλο και ο στρατός μας από τους καλύτερους. Αλλά δεν έχουμε πολλούς πόρους για να τα συντηρήσουμε όλα αυτά. Ούτε και τους Έλληνες καλά καλά.

Άννυ Λιγνού:

Φροντίζουμε να μην καταρρεύσουν οι Τράπεζες.

Μάρκος Μπότσαρης (οπλαρχηγός):

Ήντα;

Εκπρόσωπος της πολιτείας, (προσπαθεί να χωθεί στη συζήτηση):

Δυστυχώς τελούμε υπό κηδεμονία και δεν μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε.

Άννυ Λιγνού:

Ε, γι’αυτό κάνει ο κόσμος επανάσταση, για να μην τελεί άλλο υπό κηδεμονία.

Εκπρόσωπος της Πολιτικής Ηγεσίας:

Όλα εύκολα τα βρίσκετε κυρία Λιγνού. Γνωρίζετε την δεινή οικονομική κατάσταση της Ελλάδας αυτή τη στιγμή; Τα χρέη της και τα άδεια ταμεία;

Άννυ Λιγνού:

Να σας πω μια ιστορία. Το 1826 έγινε έρανος στο Ναύπλιο για να βοηθήσουν το μαχόμενο Μεσολόγγι. Η Ελλάδα και οι Έλληνες εξουθενωμένοι και οικονομικά εξαθλιωμένοι.

Στο πλήθος υπήρχε και η Πανωραία Χατζηκώστα. Ήταν γυναίκα από αρχοντική γενιά και είχε χάσει τα πάντα στην αποτυχημένη επανάσταση των Κυδωνιών. Εκεί μπροστά στα μάτια της κατέσφαξαν τον άνδρα της και τα παιδιά της και την ίδια, αλλόφρονα από τον πόνο που είχε βιώσει, την φυγάδεψε στα Ψαρρά ο συντοπίτης της Βενιαμίν Λέσβιος. Η ίδια έπλενε ρούχα, καθάριζε σπίτια κι έκανε θελήματα για να επιβιώσει. Τότε της κόλλησαν και το παρατσούλκι “Ψωροκώσταινα.” Μέσα στην άκρα φτώχεια της, διότι έχασε και τον προστάτη της Βενιαμίν Λέσβιο από τύφο, η ίδια περιέθαλπε ορφανά του πολέμου και έπλενε δωρεάν τα ρούχα τους.

Μια Κυριακή, στη κεντρική πλατεία στήθηκε ένα τραπέζι και οι υπεύθυνοι του εράνου ζητούσαν από τους καταστραμμένους, πεινασμένους και χαροκαμένους Έλληνες να βάλουν πάλι το χέρι στην τσέπη για να βοηθήσουν τους μαχητές και τους αποκλεισμένους του Μεσολογγίου. Αλλά λόγω της φτώχειας και της εξαθλίωσης κανείς δεν πλησίαζε το τραπέζι. Όλων τα σπίτια με πολλή δυσκολία τα έφερναν πέρα.

Τότε η φτωχότερη όλων, η Πανωραία Χατζηκώστα, η Ψωροκώσταινα, έβγαλε το ασημένιο δαχτυλίδι που φορούσε στο δάχτυλό της και ένα γρόσι που είχε στην τσέπη της και τα ακούμπησε στο τραπέζι της ερανικής επιτροπής, λέγοντας:

Πανωραία Χατζηκώστα (Ψωροκώσταινα):

«Αυτά τα τιποτένια προσφέρω στο μαρτυρικό Μεσολόγγι»

Γιάννης Μακρυγιάνης (αυστηρά):

«Κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος, παρηγοριόμαστε ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν. Κι όταν κάνουν αυτήνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν…»

Εκπρόσωπος της πολιτείας, σε μια κρίση ειλικρίνειας:

Μα κανείς δεν είναι πραγματικά με το μέρος μας. Κανείς δεν θα μας βοηθήσει.

Μάρκος Μπότσαρης (ειρωνικά):

Ε πως! Θα σε βοηθήσουν οι συμμάχοι σου! Έτσι δε μας είπες;

Διονύσιος Σολωμός (ποιητής):

Μοναχή τον δρόμο πήρες

και ξανάρθες μοναχή,

δεν είναι εύκολες οι θύρες

σαν η χρεία τες κουρταλεί

Άλλος σου έκλαψε εις τα στήθια,

άλλ’ ανάσασιν καμιά

άλλος σου έταξε βοήθεια

και σε γέλασε φρικτά.

Εκπρόσωπος της πολιτείας:

Ακριβώς. Μόνοι μας είμαστε. Μόνοι και λίγοι.

Κολοκοτρώνης:

«Ὅταν ἀποφασίσαμε νὰ κάμωμε τὴν Ἐπανάσταση, δὲν ἐσυλλογισθήκαμε οὔτε πόσοι εἴμεθα οὔτε πὼς δὲν ἔχομε ἄρματα οὔτε ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἐβαστοῦσαν τὰ κάστρα καὶ τὰς πόλεις οὔτε κανένας φρόνιμος μᾶς εἶπε «ποῦ πᾶτε ἐδῶ νὰ πολεμήσετε μὲ σιταροκάραβα βατσέλα».

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα (καπετάνισσα) γελώντας:

Ε όχι και βατσέλα! Βατσέλα ήτανε τα δικά σας! Όταν ναυπήγησα στις Σπέτσες το 1820 τον «Αγαμέμνωνα», το καμάρι του εμπορικού μου στόλου, ήταν ολοφάνερο ότι κάθε άλλο παρά για μεταφορές εμπορευμάτων προοριζόταν. Ήταν ένα μπρίκι 37 μέτρα κι απάνω είχε 18 κανόνια! Από μακριά έδειχνε ότι είχε φτιαχτεί για πόλεμο. Μάλιστα με καταγγείλανε στην Υψηλή Πύλη για αυτό. Αλλά έκανα τα κουμάντα μου. Πήγα η ίδια και τους είπα πως επειδή είχα χάσει τον πρώτο μου άντρα από Αλγερίνους πειρατές είχα φόβο και εξόπλιζα βαριά τα εμπορικά μου. Κι έτσι το ναυπηγήσαμε. Άλλωστε προχωρούσαμε και με τη Φιλική Εταιρεία. Ήξερα πως η εξέγερση πλησίαζε.

Η Μαντώ Μαυρογένους σήκωσε τα μάτια από τα γραπτά της που έστελνε σε βοήθεια της Ελλάδος και συμφώνησε κουνώντας το κεφάλι.

Θεόδωρος Πάγκαλος:

Ποια εξέγερση; Σήμερα οι Έλληνες είναι ξαπλωμένοι στους καναπέδες, αποχαυνωμένοι και γράφουν στο ίντερνετ. Μέχρι να σηκώσουν το ένα πόδι βρωμάει το άλλο.

Άννυ Λιγνού:

Εσύ να μην κρίνεις από τον εαυτό σου και οι Έλληνες βράζουν!

Θεόδωρος Πάγκαλος:

Σας το ξανάπα. Οι Νεοέλληνες νομίζουν ότι είναι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Χαχαχα! Ιστορική συνέχεια! Αχαχαχαχα!

Ταγίπ

(ζωντάνεψε μέσα από την οθόνη που τον είχα παγώσει): «οι Έλληνες είναι “κότες”. Δεν θα αντιδράσουν…».

Θεόδωρος Πάγκαλος:

Συμφωνώ.

Άννυ Λιγνού:

Μη χάσεις εσύ και δεν συμφωνήσεις… Κι όμως, το ίδιο πράγμα λένε οι Έλληνες διαρκώς από τον Λεωνίδα πριν δυόμισι χιλιάδες χρόνια μέχρι τον ψαρά στα ανοιχτά της Χίου προχτές στην τηλεόραση: «Δεν φοβόμαστε», «μας ενοχλείς» και «έλα να τα πάρεις, αν σου βαστάει».

Καραϊσκάκης:

«Ιδού οι Έλληνες! Αυτοί σας χέζουν και τώρα και πάντα!»

Θεόδωρος Πάγκαλος:

Χαχα. Και τι σχέση έχουν ο Λεωνίδας, ο Κολοκοτρώνης, οι Μακεδονομάχοι, οι φαντάροι του ΄40 και ο χτεσινός Χιώτης ψαράς;

Άννυ Λιγνού:

Οτι τα είπαν στην ίδια γλώσσα, στα ίδια μέρη και για τον ίδιο λόγο.

Αδόλφος Χίτλερ,

μέσα από μία μαυρόασπρη τηλεόραση που είχε μείνει ξεχασμένη ανοιχτή: «Χάριν της ιστορικής αληθείας οφείλω να διαπιστώσω ότι μόνον οι Έλληνες, εξ όλων των αντιπάλων οι οποίοι με αντιμετώπισαν, πολέμησαν με παράτολμον θάρρος και υψίστην περιφρόνησιν προς τον θάνατον»

ΜΠΡΡΡ ΑΝΑΤΡΙΧΙΛΑ ΣΤΟ ΠΛΗΘΟΣ

Άννυ Λιγνού:

Παναγιά μου, που βρέθηκε αυτός τώρα μες στη μέση; Ξουτ Ξουτ, Φτου Φτου… Ξορκισμένος… Στον Απήγανο… Βγάλτε την τηλεόραση έξω, σπάστε την και καρφώστε την πόρτα.

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης:

Θα σας πω παιδιά μου μια ιστορία, μια και εμαζευτήκαμε εδώ για να πούμε τις ιστορίες μας. «Ήμασταν σε πολύ δύσκολη θέση κι από τα οικονομικά κι από την κούραση κι από την κακοπέραση όλου αυτού του καιρού. Κι οι Τούρκοι να μας ζυγώνουν από παντού.

Έκατσα που εσκαπέτισαν με τα μπαϊράκια τους κι απε κατέβηκα κάτω. Ήταν μιά εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθισιό μου ήτο όπου έκλαιγα την Ελλάς…

Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ’ ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα. Παναγία μου, είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν.

Σε λίγο μπροστά μου ξεπετάγονταν οχτώ αρματωμένοι, ο εξάδελφός μου ο Αντώνης Κολοκοτρώνης και επτά ανήψια του.

– Κανείς δεν είναι στην Πιάνα, μου είπε ο Αντώνης. Ούτε στην Αλωνίσταινα. Είναι φευγάτοι.

– Ας μη είναι κανείς αποκρίθηκα. Ο τόπος σε λίγο θα γιομίση παλληκάρια… Ο Θεός υπέγραψε την λευτεριά της Ελλάδος και δεν θα πάρη πίσω την υπογραφή του». Κι έτσι κι έγινε παιδιά μου.

Λένω Μπότσαρη:

Ένα μέρος έσβηναν οι Τούρκοι; Δέκα ανάβαμε εμείς. Κι όταν οι άντρες απόκαμναν από την κούραση, αναλαμβάναμε οι γυναίκες και τα παιδιά. Θυμάμαι όταν ήρθαν να πάρουν το Σούλι το σαλαμέτι που τους περίμενε! Κάποια στιγμή με κυνηγούσαν πέντε λυσσασμένοι Τούρκοι, έτσι και μ’ έπιαναν ούτε μπορείτε να φανταστείτε τι θα μου έκαμναν που ρεζίλεψα τόσους άντρες…

Χρόνης Αηδονίδης, σηκώνεται πίσω από ένα αναλόγιο που καθόταν κι αρχίζει να τραγουδάει με αγγελική φωνή. Όλοι σώπαιναν σαν να άκουγαν τη Θεία Λειτουργία:

Πέντε Τούρκοι την κυνηγούν, πέντε τζοχανταραίοι

«Τούρκοι, για μην παιδεύεστε, μην έρχεστε σιμά μου

Σέρνω τουφέκια στην ποδιά και βόλια στις μπαλάσκες»

«Κόρη για ρίξε τ’ άρματα, γλίτωσε τη ζωή σου»

«Τι λέτε, μωρ’ παλιότουρκοι και σεις παλιοζαγάρια

εγώ είμαι η Λένω Μπότσαρη, η αδερφή του Γιάννη

και ζωντανή δεν πιάνουμαι εις των Τουρκών τα χέρια»

Ο πόλεμος αρχίνησε κι άναψαν τα τουφέκια

Τον Ζέρβα και τον Μπότσαρη εφώναξε ο Τζαβέλας:

«Παιδιά μ’ ήρθ’ η ώρα του σπαθιού κι ας πάψει το τουφέκι»

Κι όλοι έπιασαν και σπάσανε τις θήκες των σπαθιών τους

Τους Τούρκους βάνουνε μπροστά, τους βάνουν σαν κριάρια

Άλλοι έφευγαν κι άλλοι έλεγαν

«Πασά μου, ανάθεμά σε

Μέγα κακό μας έφερες τούτο το καλοκαίρι

εχάλασες τόση Τουρκιά, σπαήδες κι Αρβανίτες

Δεν είν’ εδώ το Χόρμοβο, δεν είν’ η Λαμποβίτσα

εδώ είν’ το Σούλι το κακό, εδώ είν’ το Κακοσούλι

που πολεμούν μικρά παιδιά, γυναίκες σαν τους άντρες

που πολεμάει η Τζαβέλαινα σαν άξιο παλικάρι»

Χρόνης Αηδονίδης εξηγεί:

Το τραγούδι, αυτό όπως και το παρακάτω, αναφέρεται σε μια από τις παρασπονδίες του Αλή Πασά σε βάρος των Σουλιωτών, το 1803. Κατά τη συμφωνία οι Σουλιώτες είχαν το δικαίωμα να φύγουν ένοπλοι για όποιο μέρος ήθελαν. Ένα μικρό απόσπασμα από 78 Σουλιώτες κατέφυγε στο χωριό Ρινιάσα (ανάμεσα στην Πρέβεζα και την Πάργα). Εκεί όμως στίφος Τουρκαλβανών, που τους έστειλε ο Αλή πασάς, έκανε ξαφνική επιδρομή και άρχισε να σφάζει τους κατοίκους και τους πρόσφυγες. Η Δέσπω, γυναίκα του Γεωργάκη Μπότση, μαζί με τις κόρες, τις νύφες και τα εγγόνια της, κλείστηκε στον πύργο του Δημουλά και αντιστάθηκε ηρωικά στους επιδρομείς.

Αχός βαρύς ακούγεται,

πολλά τουφέκια πέφτουν.

Μήνα σε γάμο ρίχνονται,

μήνα σε χαροκόπι;

Μηδέ σε γάμο ρίχνονται,

ουδέ σε χαροκόπι,

η Δέσπω κάνει πόλεμο

με νύφες και μ’ αγγόνια.

Αρβανιτιά την πλάκωσε

στου Δημουλά τον πύργο.

«Γιώργαινα, ρίξε τ’ άρματα,

δεν είν’ εδώ το Σούλι.

Εδώ είσαι σκλάβα του πασά,

σκλάβα των Αρβανίτων.

– Το Σούλι κι αν προσκύνησε,

κι αν τούρκεψεν η Κιάφα,

η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες

δεν έκανε, δεν κάνει»,

Δαυλί στο χέριν άρπαξε,

κόρες και νύφες κράζει:

«Σκλάβες Τούρκων μη ζήσομε,

παιδιά μ’, μαζί μου ελάτε».

Και τα φυσέκια ανάψανε

κι όλοι φωτιά γενήκαν.

Παναγιώτης Κανελλόπουλος (ακαδημαϊκός):

Να σας πω κι εγώ μια ιστορία, που δείχνει την αφοβιά του Έλληνα: Το 1859 η Σουηδή Φρεντρίκα Μπρέμερ, επισκέπτεται τον Κανάρη σπίτι του για να του εκφράσει τον θαυμασμό της κι όταν τον ρώτησε, αν αισθάνθηκε σε κάποια στιγμή της ζωής του φόβο, ο Κανάρης αποκρίθηκε: «Ένα τέτοιο πράγμα δεν μπαίνει ποτέ στο νου μας. Ο κίνδυνος μας διεγείρει. Το ντουφεκίδι και η μάχη μοιάζουν με μουσική».

Γιάννα Αγγελοπούλου:

Και τι θέλετε; Να πιάσουμε πάλι τα τουφέκια και τα γιαταγάνια; Να ξεκινήσουμε έναν καινούργιο πόλεμο; Να χαθούν τόσες ζωές;

Άννυ Λιγνού (μέσα από τα δόντια):

Αχ να χαρείς πάψε να πετάγεσαι μέσα σε κάθε σπουδαία στιγμή να μας ξενερώνεις. Κανείς δεν τον θέλει τον πόλεμο και τον θάνατο. Ούτε ένας. Είναι τρελός όποιος προτιμάει τον πόλεμο και τους σκοτωμούς από το να ζει όμορφα και ήσυχα κι ειρηνικά. Αλλά ΔΕΝ ΤΟΝ ΞΕΚΙΝΗΣΑΜΕ ΕΜΕΙΣ! ΘΑ ΤΟ ΚΑΤΑΛΑΒΕΤΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ; Και στις προκλήσεις και στις υποχωρήσεις υπάρχει ένα όριο.

Τωρινός Υπουργός Αμύνης:

Έχουν αλλάξει οι εποχές. Όλα αυτά που μας διηγείστε, είναι εκτός τόπου και χρόνου.

Κώστας Τριπολίτης (στιχουργός):

Είμαστε λάθος μες το κεφάλαιο του λάθος λήμματος

κι οι εξεγέρσεις μας είναι εν γένει εκτός του κλίματος.

Τωρινός Υπουργός Αμύνης:

Οι Τούρκοι είναι πια πολύ καλά εξοπλισμένοι και είναι και 80 εκατομμύρια. Κι εμείς, δυστυχώς, μετά από οικονομική κρίση και μόνο 10 εκατομμύρια.

Κωνσταντίνος Κανάρης

γυρίζει και λέει σιγά στον ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη που καθόταν δίπλα του: Κι εμάς, «οι Τούρκοι ήταν τόσοι, ώστε εάν έπτυαν επάνω μας θα μας έπνιγαν αναμφιβόλως. Μα δεν εσταματήσαμε».

Διάφοροι αρχίζουν να σταυροκοπιούνται, αλλά δεν κάνουν κάτι, μόνο εύχονται: «Ας προσευχηθούμε λοιπόν να μας φυλάξει η Παναγία και να περάσει ο κίνδυνος!»

Ανδρέας Μιαούλης:

«Αν ήμουνα εγώ Παναγιά θα τους έπνιγα όλους αυτούς τους μασκαράδες, που έχουνε χέρια και άρμενα και καρτεράνε να τους γλυτώσει το εικόνισμα! Σύρε πες τους να το βάλουν το κόνισμα στον τόπο του και να ‘ναι έτοιμοι να μανουβράρουνε καθώς θα τους παραγγείλω, εγώ παίρνω επάνω μου να τους γλιτώσω» (όταν είδε τους ναύτες τους να πετάνε στη θάλασσα μία εικόνα της Παναγίας και να προσεύχονται σε Αυτή ώστε να κοπάσει η καταιγίδα).

Αίσωπος (αρχαίος μυθογράφος):

«Συν Αθηνά και χείρα κίνει».

Θεόδωρος Πάγκαλος:

Μα τα ανακατεύετε όλα. Και Αθηνά και Παναγιά, Αρχαιότητα και Βυζάντιο και Τουρκοκρατία και Κατοχή και Γερμανούς και Πέρσες και Τούρκους και Δωδεκάθεο και Χριστό… Αχταρμάς.

Οδυσσέας Ελύτης:

Κι αν χρειαστεί θα φέρουμε κι άλλους. Θα καλέσουμε κι όλη την αρχαιότητα όλους τους Έλληνες νυν και αεί «με φοβέρες και μ’ αίματα».

Διονύσης Σαββόπουλος:

Κι είτε με τις Αρχαιότητες

είτε με Ορθοδοξία

των Ελλήνων οι κοινότητες

φτιάχνουν άλλον γαλαξία…

Άννυ Λιγνού:

Οπότε, όχι αχταρμάς κυρ Πάγκαλέ μου. Ιστορία. Πλεγμένη κόμπο-κόμπο, γεγονός το γεγονός, σκέψη τη σκέψη, απόφαση την απόφαση. Ιστορία. Ίσως επειδή είναι μεγάλη και παλιά, βαριέσαι να τη διαβάσεις. Αλλά έτσι είναι. Κι ο Θεός πάντα παρών.

Άγνωστος σχολιαστής:

«Ο Θεός κι ο Θεός. Ο Θεός σας σάς ξέχασε. Κι όλα αυτά που γράφονται μέσα στα βιβλία για τους παπάδες ότι τάχα βοήθησαν κι αγωνίστηκαν και με βιβλία και με ψαλμούς και με όπλα είναι σκέτα παραμύθια. Οι παπάδες με τους Τούρκους τα είχαν πολύ καλά».

Άννυ Λιγνού:

Μέρος της ηγεσίας της επίσημης εκκλησίας τα είχε κάνει πλακάκια με τους Τούρκους. Αυτό είναι αλήθεια. Οι απλοί ιερείς όμως αγωνίστηκαν με όλους τους τρόπους. Γνωστοί και άγνωστοι. Ο Διάκος σουβλίστηκε μα δεν αλλαξοπίστησε. Μα και πατριάρχες και ανώτεροι κληρικοί μαρτύρησαν στα χέρια τους.

Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας)

«…Έλληνες ποτέ μην ξεχνάτε το χρέος σε Θεό και σε Πατρίδα! Σ’ αυτά τα δύο σας εξορκίζω ή να νικήσουμε ή να πεθάνουμε κάτω από την Σημαία του Χριστού»

Άννυ Λιγνού:

Κι ο Γρηγόριος ο Πέμπτος αρνήθηκε σε αυτούς που τον προέτρεπαν να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη, ώστε να μην εκτελεστεί μετά την έναρξη της επανάστασης, έχω διαβάσει. Κι ήταν Πατριάρχης.

Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’:

«Εγώ δια τούτω είμαι Πατριάρχης, όπως σώσω το έθνος μου…Ο θάνατός μου ίσως επιφέρει μεγαλυτέραν οφέλειαν από την ζωή μου…Ναι, ας μη γίνω χλεύασμα των ζώντων. Δε θα ανεχτώ ώστε εις τα οδούς της Οδησσού, της Κέρκυρας και της Αγκώνος, διερχόμενον εν μέσω των αγίων, να με δακτυλοδεικτούσι λέγοντες, Ιδού έρχεται ο φονεύς Πατριάρχης».

Άννυ Λιγνού, γεμάτη θαυμασμό:

Να, αυτό, αυτό ακριβώς είναι η έμπνευση από τους προγόνους μας. Αυτή είναι η ιστορική συνέχεια του Έλληνα, την οποία θέλουν να σπάσουν και να μας παρουσιάσουν σαν έθνος 200 χρονών χωρίς ιστορία. Κι όμως, η μαγιά είναι ίδια από την αρχαιότητα έως σήμερα.

Γιάννα Αγγελοπούλου:

Όχι, δεν είναι έτσι. Μας παρεξηγήσατε…

Παπαφλέσσας:

Ε τότε αφού σας παρεξηγήσαμε, «καθίστε εδώ να πεθάνουμε σαν αρχαίοι Έλληνες».

Υπουργός Αμύνης προς τον Μάρκο Μπότσαρη, αλλάζοντας την κουβέντα:

Επί τη ευκαιρία αγαπητέ Μάρκο, θα θέλαμε να σας παραδώσουμε τιμητικό δίπλωμα για την ανδρεία και τις υπηρεσίες σας, με το οποίο η πατρίδα σάς προάγει στο βαθμό του στρατηγού!!!

Γιάννα Αγγελοπούλου (πετάγεται χαρούμενη):

Θα διοργανώσουμε μία λαμπρή τελετή σε ένδειξη της ευγνωμοσύνης μας με πυροτεχνήματα…

Άννυ Λιγνού:

Όπου γάμος και χαρά η Βασίλω πρώτη…

Μάρκος Μπότσαρης, κοφτά:

«Αύριο θα ξαναγίνει πόλεμος. Κι όποιος σταθεί άξιος, παίρνει το δίπλωμά του από τους Τούρκους»

Καραϊσκάκης:

«Μάνα δεν γέννησε στην Ελλάδα δεύτερο Μάρκο… Ούτε είδα ούτε θα ιδώ ξανά τέτοιον πολεμάρχη».

Άννυ Λιγνού προς τον Κολοκοτρώνη που παρακολουθεί σκεπτικός:

Πάντα και για όλα τα πράγματα, οι Έλληνες διχάζονται, χωρίζονται σε δυο αντίπαλες μεριές και μετά πολεμούν η μια ομάδα την άλλη. Αδερφός τον αδερφό. Έλληνας τον Έλληνα. Πείτε μας, τι να κάνουμε;

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης:

«Πριν βγω στη στεριά έριξα στη θάλασσα όλα τα περασμένα. Κάμετε το ίδιο κι εσείς. Θάψετε μέσα σε εκείνο το λάκκο τα μίση σας και τας διαφοράς σας και βοηθήστε να διώξουμε τον καινούργιο εχθρό από τον τόπο μας».

Σπυρίδων Τρικούπης

«…Αχ, διά τους οικτιρμούς του Θεού, ο οποίος είναι όλος αγάπη, διά το όνομα της Πατρίδος, η οποία είναι όλη αρετή, ας καθαρίσωμεν την ψυχήν μας, και εις αυτήν την ώραν του κινδύνου, από τον ρύπον της διχονοίας, ας θάψωμεν εις τον τάφον της λησμονησίας τα άγρια και ανόητα πάθη μας, ας πλύνωμεν τας μεμολυσμένας καρδίας εις το ιερόν λουτρόν της αγάπης, ο πατριωτισμός ας λαμπρύνη, εις το εξής τον θολωμένον νουν μας, η ειλικρίνεια ας βασιλεύση εις την καρδίαν μας, η αγάπη και η σύμπνοια ας προπορεύονται, ως νεφέλη πυρός, όλων των βουλών μας και όλων των έργων μας».

Στρατηγός Μακρυγιάννης:

«Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι’ αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι, όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσωμεν εδώ…

…όλοι μαζί, να την φυλάμε και να μη λέγη ούτε ο δυνατός “εγώ”, ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς “εγώ”; Όταν αγωνιστή μόνος του και φκειάση, ή χαλάση, να λέγη εγώ, όταν όμως αγωνίζονται πολλοί να φκειάνουν, τότε να λένε “εμείς”…

…και εις το εξής να μάθωμεν γνώση, αν θέλωμεν να φκειάσωμεν χωριόν, να ζήσωμεν όλοι μαζί….».

Άννυ Λιγνού:

Θέλουμε να κάνουμε χωριό, πως δε θέλουμε. Και πως θα ξεκινήσουμε;

Τότε ο Κολοκοτρώνης σηκώνει ψηλά το καριοφίλι του και ρίχνει μια στον αέρα: «Εγώ, η φαμίλια μου, τα άρματά μου, ό,τι έχω είναι για την Ελλάδα».

Ξύπνησα απότομα από την τουφεκιά.

…ΒΟΗΘΑ ΓΕΡΟ να τους ξηγήσουμε τ’ όνειρο…

 

Άννυ Λιγνού

© 13.07.2020

 

Ήταν ένα μυθιστόρημα για να περνάει η ώρα. Το έγραψα το καλοκαίρι στις διακοπές, διαβάζοντας τα πονήματα της σελίδας «Ελλάδα 2021» και κοιτώντας τη φωτογραφία με το γκράφιτι πάνω στο άγαλμα του Γέρου. Το συμπλήρωσα τώρα. 

Είναι ελλιπέστατο καθώς οι αναφορές στους ήρωες της Επανάστασης γεμίζουν χιλιάδες πυκνογραμμένες σελίδες βιβλίων, κι ακόμη οι ίδιοι οι αγωνιστές είναι τόσοι πολλοί που είναι αδύνατον να αναφερθούν έστω και ονομαστικά όλοι.

Το κείμενο σαν σύνθεση είναι προϊόν μυθοπλασίας και ταξίδι στο χρόνο, καθώς δεν θα μπορούσαν να συμπέσουν χρονικά όλοι οι ήρωες της ιστορίας μας, όμως ΟΛΑ τα λόγια σε εισαγωγικά, είναι αυθεντικά και ειπώθηκαν έτσι. Τα είχα συλλέξει κατά καιρούς από διάφορα ιστορικά βιβλία, αναρτήσεις στο διαδίκτυο και ιστορικές ιστοσελίδες. Ένα «ευχαριστώ» οφείλω και στο ΑΝΤΙΒΑΡΟ. 

Η Επανάσταση, παραμένει ένα όνειρο…